Σήμερα στις 7.00 θα προβληθεί η ταινία "H εργατική τάξη πάει στον παράδεισο", κλασσική ιταλική ταινία της δεκαετίας του '70 που πιάνει πολλά από τα θέματα που έχουμε συζητήσει μέχρι τώρα: την εκμετάλλευση και την άντληση σχετικής υπεραξίας, το μισθό με το κομμάτι, την παραγωγική κατανάλωση, την αλλοτρίωση των εργατών, την ταξική πάλη και τον αγώνα ενάντια στον υποβιβασμό του ανθρώπου σε υποζύγιο. Kαθώς και πολλά άλλα που δεν τα έχουμε πιάσει ακόμα, όπως τα ψυχιατρεία και τη σεξουαλική μιζέρια.
Προσοχή! Όταν λέμε 7 εννοούμε 7 γιατί η ταινία διαρκεί μιάμιση ώρα και στις 9 θα αρχίσει το 37ο μάθημα με τίτλο "O μετασχηματισμός της υπεραξίας σε κεφάλαιο": "Στα προηγούμενα είδαμε πως από το κεφάλαιο γεννιέται η υπεραξία, τώρα θα δούμε πως από την υπεραξία γεννιέται το κεφάλαιο. H επαναμετατροπή της υπεραξίας σε κεφάλαιο ονομάζεται συσσώρευση του κεφαλαίου". Διαβάστε τις σελίδες 600-633. Όλη η ανάλυση της αξίας και της υπεραξίας εμπεριέχονται εδώ σε συμπυκνωμένη μορφή, οπότε το μάθημα έχει εξ' ανάγκης επαναληπτικό χαρακτήρα -ευκαιρία για όσους έχουν χάσει τεύχη.
Ακολουθεί η παρουσίαση της ταινίας:
Η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ ΠΑΕΙ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ
Όπως και ένα πλήθος άλλων σημαντικών ή ασυνήθιστων εργατικών ταινιών, έτσι και αυτή η συναρπαστική ταινία του Έλιο Πέτρι είναι αδύνατον να βρεθεί στην αγορά ούτε προβάλλεται συχνά στους κινηματογράφους και στις κινηματικές προβολές. Προέρχεται από την ίδια χρονική περίοδο που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε «δεύτερη προλεταριακή επίθεση» μέσα στον 20ο αιώνα: την περίοδο 1968-1973, την περίοδο του Μάη του ’68, του ιταλικού Θερμού Φθινοπώρου του ’69, των μεγάλων απεργιών στην αυτοκινητοβιομηχανία και της «άρνησης της εργασίας» στις ΗΠΑ στις αρχές του ’70, την περίοδο της «σεξουαλικής επανάστασης» και του αντισταλινισμού –που αποτυπώνεται και σε δυο άλλες διάσημες ραϊχικές ταινίες της εποχής, Τα μυστήρια του Οργανισμού του Μακαβέγιεφ και το Τέμροκ του Φαραλντό.
Ο ήρωας της ταινίας, ο Λούλου, βγάζει από τον τόρνο του καθημερινά εκατοντάδες μικροεξαρτήματα που ούτε γνωρίζει για τι προορίζονται ούτε και τον ενδιαφέρει να το μάθει. Περιφρονεί τα αφεντικά, τους συνδικαλιστές και τους αριστεριστές φοιτητές που μαζεύονται τα ξημερώματα στην πύλη του εργοστασίου και το μόνο του μέλημα είναι πως θα βγάλει ένα όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μεροκάματο που θα του εξασφαλίσει μια όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ατομική κατανάλωση. Ένα εργατικό ατύχημα θα αλλάξει τη ζωή του σταχανοβίτη μας.
Πολλά θέματα που έχουμε πιάσει μέχρι τώρα στο Κεφάλαιο βρίσκονται εδώ:
-
η υποταγή της εργασιακής διαδικασίας στη διαδικασία αξιοποίησης, κατά την οποία «ο κεφαλαιοκράτης ενσωματώνει την ίδια την εργασία σαν ζωντανό φύραμα στα νεκρά στοιχεία δημιουργίας του προϊόντος που ανήκουν επίσης σ’ αυτόν»
-
η αδιάκοπη, χωρίς ηρεμία, ροή του εργάσιμου χρόνου, «οι χρονικές στιγμές σαν στοιχεία του κέρδους»
-
η άντληση σχετικής υπεραξίας με την ανάπτυξη της παραγωγικής δύναμης της εργασίας και τη συγκρότηση του συλλογικού εργάτη/εργάτη-μάζα
-
η αποξένωση του εργάτη από την ίδια του την εργασία, το προϊόν της, τους συναδέλφους του και το ίδιο το ανθρώπινο είδος
-
η ατομική κατανάλωση σαν στοιχείο της παραγωγής και αναπαραγωγής του κεφαλαίου, ανεξάρτητα από το αν το υποζύγιο απολαμβάνει αυτό που καταναλώνει
-
«τα μεγαλύτερα περιθώρια κίνησης που προσφέρει στην ατομικότητα ο μισθός με το κομμάτι και τα οποία τείνουν ν’ αναπτύξουν, από τη μια μεριά το αίσθημα της ελευθερίας, την αυτοτέλεια και τον αυτοέλεγχο των εργατών, και, από την άλλη, το συναγωνισμό και τον ανταγωνισμό μεταξύ τους. Γι’ αυτό, ο μισθός με το κομμάτι έχει την τάση ανεβάζοντας ορισμένους ατομικούς μισθούς πάνω από το μέσο επίπεδο, να ρίχνει αυτό το ίδιο επίπεδο».
Πιάνοντας το ίδιο ακριβώς θέμα –το μισθό με το κομμάτι- ο Ούγγρος εργάτης Μίκλος Χαράστι αποτύπωνε στα απομνημονεύματά του την ίδια εποχή τα συναισθήματα των Λούλου όλου του κόσμου:
«Ακόμα και στη δουλειά, της οποίας έχω βρει τον ρυθμό, στην οποία έχω γίνει ένα με τη μηχανή, δεν εξαφανίζονται οι σκέψεις και τα συναισθήματα∙ μεταβάλλονται μόνο: η άμεση επαφή ανάμεσα σε αυτά και σε μένα, η ταυτότητα εξαφανίζεται. Αυτό είναι πολύ δύσκολο να το περιγράψεις. Παύω να υπάρχω εγώ…
Είμαι ο ρυθμός της μηχανής και ίσως έγκειται σ’ αυτό, που από τον εκτός της δουλειάς κόσμο μόνο το σεξ είναι εκείνο που έχει θέση –με τον ίδιο αβίωτο, απρόσωπο τρόπο– στη συνείδησή μου. Μια συνουσία χωρίς αγάπη, ο ρυθμός με διευθύνει, ξέρω τι αισθάνομαι και τι θα αισθανθώ, αλλά δεν το αισθάνομαι…
Το ότι μεταμορφώνομαι σε μιαν ανόητη, τρελή μηχανή δε φαίνεται στην εξαφάνιση των αισθημάτων μου, των συναισθημάτων μου, ούτε καν στο ότι με αποφεύγουν οι σκέψεις. Φαίνεται πρώτα απ’όλα στο ότι με ενοχλεί, με θυμώνει, μου φέρνει απελπισία, με καταστρέφει όταν μου γίνει συνειδητή μία σκέψη, ένα συναίσθημα. Πρέπει ν’ αγωνιστώ εναντίον τους, να επινοήσω μεθόδους, να βάλω στον εαυτό προβλήματα, όπως στα παιδικά μου χρόνια, τον καιρό που έπρεπε ακόμα να μετράω για ν’ αποκοιμηθώ. Σ’ αυτό βοηθούν και οι μηχανές για να βρω τη μέθοδο∙ από την εναλλαγή των διάφορων ρυθμών τους προκύπτει πάλι ένας ρυθμός. Πρώτα τον αναπτύσσω, τον νιώθω, μετά μάλιστα τον προφταίνω. Μου προξενεί σχεδόν χαρά, το ότι οι μηχανές με επιβεβαιώνουν, με ενισχύουν. Η σκέψη, φτάνοντας στη συνείδησή μου, με εμποδίζει όπως το λάθος της μηχανής, το παιχνίδι του προωθητικού άξονα, η φθαρμένη από τη χρήση επιφάνεια επαφής του μοχλού, το μάγγωμα του επικρουστήρα. Η καθαρή σκέψη που τρυπώνει στη συνείδηση είναι ο εχθρός της ησυχίας, που μοιάζει με λιποθυμία, στο σπίτι, μετά τη δουλειά. Την υποδέχομαι έτσι, όπως στο εργοστάσιο, με το ίδιο ένστικτο φυγής∙ γι’ αυτό, το ξέρω: ανήκω στη μηχανή, δεν έχω ακόμα ξανακερδίσει τον εαυτό μου…
Αν τύχει όμως και σφηνωθεί μια σκέψη, δεν μπορεί να επεκταθεί. Καταπίνεται από την παγίδα του ρυθμού και τρέχει γύρω-γύρω σαν το σκίουρο στον ποδοκίνητο μύλο».
Ακόμα παραπέρα από το βιβλίο του Χαράστι, Ο Λούλου το Εργαλείο (όπως είναι ο αμερικάνικος τίτλος της ταινίας) πιάνει άλλα τόσα θέματα που ακόμα δεν τα έχουμε αγγίξει:
-
η κριτική του συνδικαλισμού και του σταχανοβισμού
-
οι απογοητεύσεις του μιλιταντισμού
-
η κριτική της συμβατικής ψυχολογίας – το κομμένο δάχτυλο ως έμβλημα ενός παρατεταμένου «άγχους ευνουχισμού», λέει ο τρελλογιατρός!
-
το ψυχιατρείο, το σχολείο, η πόλη, ο δρόμος, το αυτοκίνητο, τα ψώνια, η τηλεόραση ως προέκταση του εργοστασίου μέσα στην κοινωνία
-
η ερήμωση, η μοναξιά, η θλίψη
Σίγουρα, Ο Λούλου το Εργαλείο δεν είναι η ταινία της εύκολης και ανέξοδης αισιοδοξίας.
———————
1971, 125 λεπτά, Ιταλία
Σκηνοθέτης: Έλιο Πέτρι
Σενάριο: Έλιο Πέτρι και Ούγκο Πίρρο
Μουσική: Έννιο Μορρικόνε
Ηθοποιοί:
Λούλου Μάσσα – Τζιαν Μαρία Βολοντέ
Λίντια – Μαριάντζελα Μελάτο
Συνδικαλιστής – Τζίνο Περνίτσε
Ανταλγκίζα – Μιέττα Αλμπερτίνι
Μιλιτίνα – Σάλβο Ραντόνε