Από τις 25 Ιανουαρίου βρίσκεται σε εξέλιξη η μαζικότερη απεργία πείνας μεταναστών εργατών στην Ελλάδα. Με «όπλο» το ίδιο τους το σώμα, 237 μετανάστες στην Αθήνα και 50 στη Θεσσαλονίκη αγωνίζονται για νομιμοποίηση όλων των μεταναστών, να μπορούν δηλαδή να ζουν, να κινούνται και να εργάζονται χωρίς τη λαιμητόμο της φυλάκισης και της απέλασης.
Από την πρώτη στιγμή, ο αγώνας των 300 απεργών πείνας δέχθηκε μια συντονισμένη, λυσσαλέα επίθεση από το κράτος και τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του, με την πρώτη γραμμή κρούσης να αποτελούν τα ΜΜΕ και οι πρυτανικές αρχές του παν/μίου Αθηνών σε συνεργασία με την Κοσμητεία της σχολής της Νομικής, στην οποία κατέλυσαν αρχικά οι μετανάστες, προκειμένου να πραγματοποιήσουν την απεργία πείνας. Η συντεχνία κράτους-πρυτανείας-ΜΜΕ κατόρθωσε να εκδιώξει τους μετανάστες από το άσυλο της Νομικής, με τις αστυνομικές δυνάμεις να αποκλείουν για 12 ώρες την Πέμπτη 27 Γενάρη το πανεπιστημιακό κτήριο απαγορεύοντας κάθε πρόσβαση. Είχε προηγηθεί η εντολή του Πρύτανη του παν/μίου Αθηνών Θεοδ. Πελεγρίνη να αρθεί το άσυλο, συρρικνώνοντας το πραγματικό του περιεχόμενο από την κοινωνική του διάσταση ως ένα πεδίο αγώνων και αντίστασης, ως ένα καταφύγιο αγωνιστών απέναντι στην κρατική καταστολή, σε έναν αποστειρωμένο χώρο ακαδημαϊκής έρευνας, που μετράται σε τετραγωνικά. Ενέργεια που άνοιξε ουσιαστικά τον δρόμο για το «τελεσίγραφο» προς μετανάστες και αλληλέγγυους να φύγουν από τη Νομική διαφορετικά η αστυνομία θα λάμβανε δράση.Οι μετανάστες δέχθηκαν τελικά να μεταφερθούν στο καθ’ υπόδειξη του Πρύτανη κτήριο της Πατησίων και Ηπείρου, όπου διεξάγουν μέχρι σήμερα την απεργία πείνας, κάτω από άθλιες συνθήκες και με την απειλή για νέα εκκένωση να επικρέμαται στα κεφάλια τους, μετά το τέλος της χρονικής διορίας για την παραμονή τους από τον ιδιοκτήτη Κ. Ρουτζώνη. Ωστόσο, συνεχίζουν τον αγώνα τους δηλώνοντας πως δεν θα υποχωρήσουν μέχρι να δικαιωθούν.
Η άμεση καταστολή που επιφύλαξε το κράτος στους 300 δεν είναι αποκομμένη από τη συνολική κρατική διαχείριση του “μεταναστευτικού”. Οι φράχτες στον Έβρο, οι πλωτές φυλακές, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης που κομψά βαφτίζονται «screening centers» (κέντρα διαχωρισμού των οικονομικών μεταναστών από τους πρόσφυγες), οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις-σκούπα για ένα «καθαρό κέντρο», οι ξυλοδαρμοί, οι απελάσεις, η ομηρία των ενσήμων για να διατηρείται ενεργό ένα φθηνό και ευάλωτο εργατικό δυναμικό, συνθέτουν την εικόνα της «ζεστής φιλοξενίας» του ελληνικού κράτους προς τους μετανάστες.
Εκείνοι εξ αυτών, μάλιστα, που ζουν στη χώρα χωρίς χαρτιά βρίσκονται στο κέντρο της φτωχοποίησης, με τις διακηρύξεις των υπουργών του ΠΑΣΟΚ να εμφανίζονται άτεγκτες: «όλοι οι παράνομοι μετανάστες θα απελαθούν». Ειδικά, μετά τη νομοθέτηση για τη χορήγηση ιθαγένειας στα παιδιά των μεταναστών, οι οποίοι ζουν νόμιμα στην Ελλάδα, η σοσιαλιστική διαχείριση, επαιρόμενη για «μία από τις πιο προοδευτικές νομοθεσίες στην Ευρώπη», θεωρεί ότι έχει εξασφαλίσει τη συναίνεση για την εκκαθάριση εκείνων χωρίς χαρτιά. Τη συναίνεση όχι μόνο των παραδοσιακών αντιδραστικών κομματιών της κοινωνίας, αλλά και των αριστερών δεκανικιών του συστήματος, που αναγνώρισαν την «προοδευτική τομή» μετατόπισης από το «δίκαιο του αίματος». Οι δε συντηρητικές και ακροδεξιές αντιδράσεις στο ζήτημα της ιθαγένειας αποτελούν έναν πρώτης τάξεως άξονα συσπείρωσης των «δημοκρατικών δυνάμεων», πάνω στον οποίο η διαχείριση του ΠΑΣΟΚ οικοδομεί το προφίλ του «μοντέρνου και ανεκτικού κράτους» εκμαιεύοντας την πολυπόθητη συναίνεση για να δρα με «πυγμή», χωρίς αντιστάσεις, απέναντι στους μεταναστευτικούς πληθυσμούς.
Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, ότι το ζήτημα του «κέντρου της Αθήνας» έχει αναδειχθεί σε μείζονα κρατική προτεραιότητα, με διυπουργικές επιτροπές, σχέδια για «καθαρό κέντρο» και διαδοχικές συναντήσεις υπουργών με τον δήμαρχο της Αθήνας. Η υποβάθμιση των γειτονιών του κέντρου συνδέθηκε περίτεχνα από την πρώτη στιγμή με την παρουσία φτωχών μεταναστευτικών πληθυσμών στις περιοχές αυτές, ενώ η ρητορική αυτή βρίσκει έρεισμα στις ασφυκτικές συνθήκες που δημιουργούν η οικονομική ύφεση, η χρονίζουσα κρατική αμέλεια και ο συνωστισμός με βάση ξεκάθαρα ταξικά κριτήρια σε γειτονιές με χαμηλά ενοίκια, που παραμένουν ακόμη ανέγγιχτες από την επέλαση του κεφαλαίου. Για την ενεργοποίηση του τελευταίου προλειαίνει ήδη το έδαφος η κρατική διαχείριση με διακηρυγμένες «αναπλάσεις πλατειών» στα πρότυπα εκείνων στο Γκάζι και το Μεταξουργείο, με υποσχέσεις για την αναζωογόνηση της εμπορικής δραστηριότητας μέσω της «πάταξης του παραεμπορίου» των μεταναστών μικροπωλητών, οι οποίοι «βολικά» στοχοποιούνται ως υπαίτιοι για την οικονομική δυσμένεια επαγγελματικών ομάδων, αποκρύπτοντας τις πραγματικά υπεύθυνες κρατικές πολιτικές φτώχειας και εξαθλίωσης.
Στην περίοδο κρίσης που διανύουμε, το ανάθεμα αυτό προς τους μετανάστες δεν συνιστά μόνο βαλβίδα εκτόνωσης της οργής και αγανάκτησης, που θα έπρεπε να κατευθύνεται προς τους διαχειριστές της πολιτικής και του κεφαλαίου. Το κυριότερο είναι ότι διασπά και διαχωρίζει την εργατική τάξη, την τάξη των πληττόμενων και καταπιεσμένων, στην οποία ανήκουμε ντόπιοι και μετανάστες, αποδυναμώνοντας την ταξική μας ισχύ να στήσουμε αναχώματα στην υποτίμηση και υποβάθμιση των ζωών μας
Από την πρώτη στιγμή, άλλωστε, της εγκατάστασης των 300 απεργών στη Νομική στόχος των ιδεολογικών μηχανισμών ήταν η ενεργοποίηση των συντηρητικών αντανακλαστικών της κοινωνίας, προκειμένου η εκκένωση να παρουσιαστεί ως κοινωνική επιταγή. Ο ρόλος των ΜΜΕ για τον πολλαπλασιασμό και τη διόγκωση μιας υπαρκτής συντήρησης στην ελληνική κοινωνία που στοχοποιεί τους μετανάστες είτε ως μέσο εκτόνωσης είτε ως μέσο πολιτικής έλξης οπαδών και ψηφοφόρων, ήταν και είναι κρίσιμος. Κρισιμότερος όμως είναι ο ρόλος των ιδεολογικών μηχανισμών προκειμένου να σκεπάσουν βαθιά μέσα στο χώμα της λήθης το γεγονός ότι οι έλληνες υπήκοοι υπήρξαν για πάνω από 30 χρόνια κομμάτι του μεταναστευτικού προλεταριάτου στις ΗΠΑ, την Αυστραλία και την Ευρώπη, και ίσως σύντομα να ξαναγίνουν υπό τη σπάθη του ΔΝΤ και του μνημονίου.
“Λησμονούν” ότι οι έλληνες υπήρξαν «λαθρεπιβάτες» στις βάρκες των καραβιών για Αυστραλία, όπως οι Αφγανοί πρόσφυγες σαλτάρουν και κρύβονται στις νταλίκες με προορισμό την Ιταλία. Ότι υφίσταντο την εξευτελιστική μεταχείριση στο λοιμοκαθαρτήριο-κέντρο υποδοχής των μεταναστών στο νησάκι του Ellis island στην είσοδο του λιμανιού της Νέας Υόρκης, όπως συμβαίνει σήμερα στα κέντρα-κολαστήρια του Μερσινιδίου στη Χίο, του Φυλακίου στον Έβρο ή στο Βαθύ της Σάμου. Ότι ζούσαν μαζί 10 και 12 άτομα σε υπόγεια δωμάτια του Αμβούργου, όπως στοιβάζονται οι μετανάστες σε περιοχές του κέντρου. Ότι εργάζονταν κάτω από άθλιες συνθήκες στις φάμπρικες της Νυρεμβέργης και της Στουτγκάρδης, όπως εργάζονται οι πακιστανοί εργάτες στα φραουλοχώραφα της Ηλείας υπό δυσμενείς συνθήκες και πενιχρά μεροκάματα, ζώντας σε παραπήγματα με τοίχους από νάιλον. Πάνω απ’ όλα, έχουν “ξεχάσει” ότι υπήρξαν τα αντικείμενα του χλευασμού και της ξενοφοβίας με υβριστικά, ρατσιστικά σχόλια ως «ξένοι σε μια ξένη χώρα», ως «μαυροκέφαλοι» στη Σουηδία, ως WOGS (σκουρόχρωμοι) στην Αυστραλία, ως «Katzelmacher (υβριστικός χαρακτηρισμός για τους μετανάστες της Νότιας Ευρώπης) στη βαυαρική Γερμανία.
Η σύγκριση αυτή δεν αφορά κανέναν εθνικό διαχωρισμό και καμία φαντασιακή αφήγηση για τους «καλούς Έλληνες μετανάστες που πρόκοψαν» και «όλους τους άλλους κακούς μετανάστες που εγκληματούν». Αντιθέτως, στοχεύει να επαναφέρει στην ταξική μνήμη τις παραστάσεις των προλετάριων και καταπιεσμένων όλου του κόσμου, να καταστήσει επιτακτική την ανάγκη για κοινούς αγώνες ντόπιων και μεταναστών, να ενισχύσει τη θέση ότι ανήκουμε στην ίδια τάξη!
Σε αυτή που ανήκουν και οι 300 μετανάστες απεργοί πείνας, που αγωνίζονται για τη ζωή και την αξιοπρέπειά τους. Η αλληλεγγύη μας είναι δεδομένη, όπως δεδομένη είναι και η προσπάθεια έμπρακτης στήριξης και διάχυσης του λόγου και του αγώνα τους στην υπόλοιπη κοινωνία. Στόχος μας είναι η διάρρηξη του μηντιακού κελύφους συκοφάντησης της απεργίας, η συντριβή των ρατσιστικών «τειχών» εντός των πόλεων και στα σύνορα, η ζύμωση και επαφή με τις μεταναστευτικές κοινότητες ότι αυτός είναι και δικός τους αγώνας, η ζύμωση και επαφή με τους ντόπιους κατοίκους ότι αυτός είναι και δικός μας αγώνας.
Κοινοί αγώνες ντόπιων και μεταναστών
Αλληλεγγύη στους 300 μετανάστες απεργούς πείνας
χορός της καρμανιόλας