“I never felt this much alive”

“I never felt this much alive”
the clash

Mπάσταρδοι, πώς και πώς την περίμενα αυτή τη στιγμή και την έζησα έτσι, με την δολοφονία ενός παιδιού. Από μικροί μεγαλώσαμε μελετώντας απαίσια σχέδια εναντίον της κοινωνίας… αλλά όχι έτσι.
Tηλεφωνημα στις 9 και κάτι, αυτά που μπόρεσα να συγκρατήσω στο μυαλό μου απο το σπίτι μέχρι την πλατεία ήταν μόνο οι λέξεις: πεζόδρομος, πυροβολισμοί, νεκρός, πλαστικές σφαίρες, έχει σφυγμό. Κι εγω δικάβαλο με το ¨γειτονα¨. Tρέμει και τρέμω και γω μαζί του και σκέφτομαι: “έχει σφυγμό, έχει σφυγμό, έχει σφυγμό… ας έχει σφυγμό”. Όταν είδα τις πρώτες φωτιές στους κάδους στον πεζόδρομο ήθελα να δαγκώσω τη γλώσσα μου από τη λύσσα στη σκέψη οτι μάλλον δεν ήταν πλαστικές οι σφαίρες. Η παγωμένη πραγματικότητα μας βρήκε κατάμουτρα έξω απο τα ίδια γαμημένα μπαρ που σπαταλάμε συνήθως τη ζωή μας. Ένα στενό πιο κάτω τα τόσο οικεία πρόσωπα ανθρώπων που γνωρίζω απο τα 16 ήταν στη πλατεία και δεν μου θύμιζαν τίποτα. Όλοι σε μια στιγμή ήμασταν άλλοι, στα πρόσωπα μας η κοινή έκφραση εκείνων που βουβοί μοιράζονται μια μεγάλη συμφορά και στο σώμα του καθένα μας μια βαθιά πληγή απο σφαίρα στην καρδιά.
Μαλιοκούβαρα μπήκαμε στο πολυτεχνείο οι πρώτοι 30-40, σπάμε με κλειστά μάτια τη στουρνάρη και αναποδογυρίζουμε αμάξια για να βρεθούμε σε 10 λεπτά κλεισμένοι μέσα με μια διμοιρία ματ στη τζωρτζ. “Δολοφόνοι γυρίστε σπίτι σας και πείτε στα παιδιά σας ότι απόψε δολοφονήσατε ένα 15χρονο, μπάσταρδοι” φωνάζει κάποιος δίπλα μου και συνειδητοποιώ: κλειστά τα φώτα στα παράθυρα – κρύος ιδρώτας, τα γουρούνια στα 10 μέτρα – καμικάζι,  50 άνθρωποι – δαγκώνω τη γλώσσα μου, νεκρό ενα παιδί στη μεσσολογίου – η κατάρρευση ολών των εκφράσεων απο το πρόσωπο μου, κλαίω… “βλέπετε τι ήρεμος που είμαι, σαν σφυγμός νεκρού”.

Βρεθήκαμε ξανά, φίλοι μου, με κόκκινα μάτια σε αλλόκοτα πρόσωπα, τρελλαμένοι απο το μίσος, για τους φίλους που χάσαμε. Συζητάμε χαμηλόφωνα τι θα κάνουμε, έχει γίνει μια δολοφονία και συζητάμε χαμηλόφωνα λες και είναι η ένταση της φωνής μας που θα επικύρωνε το τραγικό γεγονός και γω ανάμεσα σας στο αχνό φως του πολυτεχνείου να βλέπω τον Cool και να ταράζομαι ακόμα περισσότερο και τίποτε να μην φτάνει απ΄ όσα σχεδιάζουμε, ούτε οι καμμένες τράπεζες, τα μαγαζιά ή τα αμάξια, τίποτα μα τίποτα…

“Τρεχαλα φέυγουν και οι τελευταίες μεταμέλειές μου, ζήλεια των ζητιάνων, των ληστών, των νεκρόφιλων, των κάθε είδους αλλόκοτων. Καταραμένοι, τι θα γινόταν αν ζητούσα εκδίκηση”.

Μεγάλες μέρες μας χάρισες Αλέξη… αυτό που θα γίνει τώρα θα το θυμούνται οι μπάσταρδοι…
Στην Αλεξάνδρας το μίσος έγινε γιορτή! Μια θλίψη που δεν είχα ποτέ φανταστεί συναντήθηκε με μια παρηγοριά που δεν είχα ποτέ πραγματικά πιστέψει. Οι άγριοι ήταν όλοι στον δρόμο!!! Σήμερα θα βάλουμε φωτιά στη κόλαση! Ω τι ζήσαμε! Τα καθαρματα υποχωρούσαν σε όλη την αλεξάνδρας πίσω στο χειροστάσιό τους μέσα σε μια βροχή απο μολότοφ και πέτρες, και γω να θέλω να φιλήσω τους φίλους μου και να μην με αφήνει η λύσσα και ο πετροπόλεμος. Ένα ορμητικό κύμα απο αίμα μουγκρίζει στα αυτιά μου και τα μηλίγγια μου χτυπάνε ξέφρενα. Τι ωραία συντροφιά! Τι ωραίες φωτιές! Και τι ωραιοί οι μπάτσοι, κάτω απο έναν μαύρο ουρανό απο τους καπνούς και τις πέτρες με γυρισμένη τη πλάτη! Και τίποτα να μην είναι αρκετό, τίποτε να μην φτάνει, τίποτα μα τίποτα για τον χαμό σου… Ουτε οι καμμένες αντιπροσωπείες, ούτε οι καμμένες τράπεζες, ούτε οι καμμένοι μπάτσοι. “Όλο το νερό της θάλασσας δεν φτάνει για να ξεπλύνει μια κηλίδα αίματος”. Μου λείπεις ήδη και δεν πρόλαβα να σε γνωρίσω…
“Περίπατος” προς τη πλατεία με άλλους αγαπημένους φίλους, -στο σωστό σημείο την κατάλληλη στιγμή με τη κατάλληλη συντροφιά και γίνονται θάυματα- μπετόβεργες, σπασίματα, κρότου λάμψης, ντου στο πέμπτο και οι μαλάκες με τα κράνη του δευτέρου παγκοσμίου (“οι 70 όλοι και όλοι εκαμίτες που υπάρχουν σε όλη την ελλάδα -όπως είπε και ο καλά πληροφορημένος σύντροφος αργότερα στην ασοοε ) να μας ρίχνουν πλαστικές σφαίρες. Διάλυμα με αναψυκτικό απέναντι απο το σάκη, πρόσωπα που δεν μπορούν να καταλάβουν τι γίνεται, το ζήσαμε όντως αυτό;
Πετροπόλεμος και λύσσα κακιά στη θέα των γουρουνιών στη σπύρου τρικούπη, μάχες σώμα με σώμα στα εξάρχεια και η καρδιά μου πηγαίνει να σπάσει. “Σήμερα πρέπει με σιδερογροθιά να μπήγεσαι στου κόσμου το κρανίο”. ΕΚΔΙΚΗΣΗ. Ένα ολοκάυτωμα στην καρδιά με κάνει όλο κόκκινο και οι σκέψεις μου τρέχουν σαν αίμα μέσα απο μια πέτρα, δεν μου μένει παρα μόνο μια ορμητική επιθυμία που ανεβαίνει απο τα γόνατα μου και μου σφίγγει το στομάχι κάνοντας με να θέλω να μπήξω τα δόντια μου πάνω στα γουρούνια, έτσι, χωρίς επιχειρήματα και πολλά πολλά…

“Η ανία δεν θα είναι πια ο έρωτας μου, λύσσες τρέλες και ασωτείες, εγνώρισα κάθε ακμή και παρακμή τους- ολάκερο το φορτίο μου αφήνω χάμω. Ας αναμετρήσουμε νηφάλιοι την έκταση της αθωότητας μας”

Χανόμαστε κάθε μέρα με μικρές δόσεις θανάτου, με μια ανεμελιά που ώρες ώρες σπάει κόκκαλα και μια αναβλητικότητα που βγάζει μάτι, κουτσοί και στραβοί συνθλιβόμαστε σε κρεβατοκάμαρες δίχως έρωτα, στην κωλοδουλεία, πλήτουμε σε θρανία δίχως ζωντάνια, σφαζόμαστε στα γήπεδα, χανόμαστε σε εμπορικά κέντρα, πεθαίνουμε σε αστυνομικα τμηματα, σε σύνορα, σε φυλακές, σε ψυχιατρεία, σε, σε, σε… Αιχμάλωτοι της απογοήτευσης με υψηλούς κοινωνικούς σκοπούς αλλά ζωή χειρότερη και απο σκύλου.
Πριν παντού και πάντοτε αυτός ο κόσμος μας υποχρέωνε να υποφέρουμε ο ένας τον άλλο στην πιο επαίσχυντη και εξεφτιλιστική κατάσταση. Ο θάνατος, μια μπουνιά στα μούτρα μας και κάτι μετατοπίστηκε… Στην εποχή της εσχάτης προδοσίας που μας έχουν καταδικάσει να ζούμε, βρήκαμε ξανά τους φίλους μας. Απο σήμερα ό,τι αυτός ο κόσμος αρνείται είναι ζωή. Τέρμα οι μαλακίες, δεν υπάρχει επιστροφή…
θα ζήσουμε την ζωή μας κυριολεκτώντας με το αίμα μας ή όχι. Τώρα θα δούμε!

“και το πρωί οπλισμένοι με φλογερή υπομονή θα μπούμε σε ολόχρυσες πολίτειες”.

Δευτέρα και όλα είναι πιθανά, τίποτε δεν έχει τελειώσει, μάλιστα μόλις τώρα αρχίζουμε. Μετά απο δυο μέρες συγκρούσεων είμαστε στα προπύλαια και τρίβω τα μάτια μου με τον κόσμο που είναι στο δρόμο. Αυτή η πόλη που μας έχει λαχταρήσει τόσες φορές, αυτό το βράδυ θα λαχταρήσει απο εμάς, έχουμε πολλούς ανοιχτούς λογαριασμούς και σήμερα θα τους κλείσουμε έναν προς έναν. Για τις προσβολές που δεν πήραμε ποτέ εκδικηση τώρα είναι η ώρα, burning & looting, τα πάντα είναι στόχος. Αθήνα σε αγαπήσαμε οσο κανένας άλλος αυτή τη νύχτα και θα μας μείνεις πραγματικά αξέχαστη με τα μαγαζιά σου να καίγονται και να λεηλατούνται το ένα μετά το άλλο, μας πήρες στην πιο ζεστή αγκαλιά και εμείς σου το ανταποδώσαμε καίγοντας το χριστουγεννιάτικο δέντρο. Με τη μουσική απο τζαμαρίες που πέφταν να μεθάνε την καρδιά μας, κάναμε την πιο ωραία βόλτα στους δρόμους σου που έχουμε κάνει ποτέ. “Θυμάστε! Χάθηκε η Πομπηία όταν προκάλεσε τον Βεζούβιο”.
Ένα γρήγορο πέρασμα μέσα σε ένα δρόμο σπαρμένο με σπασμένα τζάμια είναι για τις νέες καρδιές ένα μεθύσι που επισκιάζει τα προσωπικά αδιέξοδα, αυξάνει την συνείδηση των δυνάμεων, δίνει τέλος στην παθητικότητα. “Σήμερα πρέπει με σιδερογροθιά να μπήγεσαι στου κόσμου το κρανίο”, αυτό το ξέρανε καλά οι φίλοι μας. Δεν μπορώ να αποδώσω τα συναισθήματα που δοκίμασα ανάμεσα σε όλα αυτά τα γοητευτικά όντα που μου ήταν όλα μονάκριβα χωρίς να τα γνωρίζω, μια μεγάλη οικογένεια που τα γελαστά μάτια της έψαχνα τα δικά μου με μια γλυκιά συμπάθεια. Δώσαμε ένα καλό μάθημα σε όσους ξεπουλήσαν την αλληλεγγύη με αντάλαγμα ένα καινουργιο αυτοκίνητο, η ζωή είναι εδώ καριόληδες και σας ζητάει τα ρέστα.
Μια ακόμα νύχτα σαν και αυτή και η κόλαση θα φάνταζε με καταψύχτη μπροστα στην Αθήνα. Κατάρα σε όσους έχουν νέυρα χοντρά σαν καλώδια!!!

Σαν αυτό το κόσμο η ζωή μας συνθλίβεται κάθε μέρα και παντού, ουτε μια μικρή κόγχη δεν έχει μείνει να προφυλαχτούμε, το συναίσθημα που δοκιμάζω ώρες ώρες απο τα χαστούκια που τρώω είναι αυτό ενός ανθρώπου που πάνω σε στιγμές έντασης θέλει να τιναχτεί στον αέρα και όποιον πάρει ο χάρος, αλλά κάτι διαρκώς μιλάει μεσα μου λέγοντας μου κάνε υπομονή, ηρέμισε, θα κάνεις μαλακία… αυτή η φωνή με ηρεμεί μέχρι την επόμενη φορά που η πραγματικότητα θα με έχει πιάσει απο το λαιμό και πάλι απ’ την αρχή… Τώρα όμως όλα ηταν διαφορετικά, μέσα σε αυτή τη συνθήκη οπου όλη μου η ράτσα ήταν στο δρόμο μπορούσα να τα γαμήσω όλα και αυτό να μην έχει τίποτε το ηρωικό, τιποτε το εξαιρετικό, ανάμεσα σε τόσους καμικάζι της ζωής ήμουνα απλά ένας απο αυτούς και αυτό ήταν το πιο απελευθερωτικό συναισθημα που δοκίμασα. Τέρμα οι θυσίες, τέρμα και οι ήρωες.
Απο το βράδυ της δευτέρας και μετά μπλέξαμε τη ζωή με το όνειρο. Προσπαθώ να ξαναχαράξω την πορεία εκείνων των ημερών και δεν μπορω να θυμηθώ παρα διάσπαρτες και ασύνδετες σκήνες, την μια πάνω στην άλλη. Υπήρχε διαρκώς ένα φρενήρες σούρτα φέρτα. Μέρες σπουδαιών συναντήσεων, ένας αναβρασμός επαφών, συζητήσεων, σχεδίων που προαναγγέλανε νέες μέρες δονήσεων και συγκλονιστικών εξελίξεων. Καθόμασταν ένα γύρο όλοι και διασκεδάζαμε σχεδιάζοντας κάποια μεγάλη συμφορά. Πυρετώδεις προετοιμασίες, σχέδια που μπροστα σε έναν ασυγκράτητο ενθουσιασμό δεν κάναμε τον κόπο να δούμε τις λεπτομέρειες τους. Φανταζόμασταν οτι οι παράνομες επιθυμίες μας δεν θα μένανε για πολύ ακόμα στη σκιά του κόσμου της κυρίαρχης ηθικής. Τα πρόσωπα μας φλεγόταν, μιλάγαμε όλοι μαζί, ο ένας πάνω στη φωνή του άλλου με περισπούδαστο ύφος. Έπειτα πάλι ο δρόμος, οι μολότοφ, τα μπιτόνια, οι μπετόβεργες, όλα καλά… Συνεχίζουμε… Η φρόνηση δεν θα έρθει ποτέ. Φόβος και αγωνία για το μετά, ανάκατος με την ισχυρή αίσθηση ότι τώρα και για πρώτη φορά ζούμε τη ζωή μας, τη δικιά μας ζωή. Η εκδίκηση μας δεν επαρκεί, η ευτυχία θα είναι η εκδικησή μας. Κάθε μέρα μια νέα συναρπαστική περιπετεια όλο υποσχέσεις για την επόμενη. Τόσο καιρό γνωρίζαμε η επόμενη μέρα τι θα ξεράσει πάνω μας. Τώρα, νέα ερχόντουσαν απο παντου, στην πόλη γιόρταζε η επικοινωνία, ο έρωτας, το παιχνίδι, η δράση, η επιθυμία, γιόρταζαν και μας καλούσαν σε μια άλλη παιδικότητα που δεν γνωρίσαμε ποτέ.

Την τρίτη μια πραγματικά καινούργια μέρα ξημέρωσε: 25 αστυνομικά τμήματα πολιορκούνται απο μαθητές. Αγριοι υπάρχουν σε όλες τις γωνιές αυτής της πόλης. Υπέροχα νέα. Η ελλάδα σε κλοιό απο κουκουλοφόρους απο την αθήνα μέχρι την αμαλιάδα και απο την ρόδο μέχρι την κέρκυρα, άγριοι παντού, ΕΞΕΓΕΡΣΗ και το Bollero τα σπάει στο ζόφο και βάζει σε όλους τα γυαλιά!

Όλα τα επιχειρήματα που θέλησαν να μας επιβάλουν, δείχνουν όλα την ίδια ηθική κρίση που θέλει να βλέπει εδώ μια παράλογη και αναίτια βία και τίποτε άλλο. Δεν υπάρχουν αναίτιες πράξεις σε αυτόν τον κόσμο: μερικές φορές πρέπει να το πληρώσουμε πολύ ακριβά, για να μπορέσουμε να το καταλάβουμε αυτό. Οι εμπρησμοί, οι βανδαλισμοί και οι λεηλασίες είναι μια άμεση εκδήλωση μη ικανοποίησης που δεν έχει τίποτα το σοκαριστικό ούτε μπορεί να μας εκπλήξει έπειτα από μια βδομάδα βαρεμάρας και δουλειάς.

Αρχικά μόνο εκφράζοντας την έλλειψη ικανοποίησής τους μπορούν να ορίσουν την ταυτότητά τους όσοι ασφυκτιούν σε αυτόν το κόσμο. Οι άγριοι δεν γνωρίζονται, αναγνωρίζονται πίσω απο τα οδοφράγματα, στα ντου στους μπάτσους και στις ταράτσες των καταλήψεων. Tα γεγονότα μας δείξαν ότι τα τελευταία χρόνια όλο και πληθαίνουν οι άνθρωποι που σφίγουν μια πέτρα στο χέρι τους ή βεβαιώνοται πως έχουν μερικές πρόχειρες στην τσέπι τους για όταν χρειαστεί. Έτσι λοιπόν γίνεται η ανατροπή της κατάστασης και βρίσκονται ενωμένοι στην αντιμετώπιση του κοινού εχθρού. Η αλλαγή του κόσμου αυτές τις στιγμές δεν φαντάζει μακρυνή, ούτε απίθανη, το αντίθετο, βρίσκεται κατα κάποιο τρόπο ήδη εδώ, μέσα στη δυνητική ικανότητα μας να διαλύσουμε τους τροπους ζωής που δεν μας αφήνουν να ανασάνουμε.

“Στο φλεγόμενο πρόσωπο απ τη σχισμάδα των χειλιών βγήκε ενα απανθρακωμένο φιλάκι που βιάζεται να μεγαλώσει”

salop

Η εξέγερση είναι απροσδόκητη στο μέτρο που έρχεται πάντοτε να διακόψει τη μονότονη ροή των συμβάντων και να μας ωθήσει σε μια νέα περιπέτεια. Αν οι άνθρωποι δεν εξεγείρονταν οι στατιστικοί νόμοι θα είχαν θριαμβεύσει και το μέλλον θα ήταν το προβλέψιμο άθροισμα αυτόματων διαδικασιών. Η εξέγερση έρχετε πάντοτε για να διαταράξει ό,τι ξέραμε, είναι στη φύση της να ανατρέπει τα παραδεδεγμένα και να φτάνει στο εξαιρετικό

Μία απάντηση στο ““I never felt this much alive””

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *