Κείμενο που μοιράζεται στις γειτονιές του κέντρου της Αθήνας

Η βαρβαρότητα εξαπλώνεται

Τα ξημερώματα της Τρίτης 10 Μάη ο 44χρονος Μανώλης Καντάρης μαχαιρώνεται μέχρι θανάτου στη συμβολή Ηπείρου και Γ’ Σεπτεμβρίου. Το μεσημέρι της ίδιας μέρας συγκεντρώνονται στο σημείο της δολοφονίας κάτοικοι της περιοχής, συγκλονισμένοι από το βίαιο αυτό περιστατικό. Στο ίδιο σημείο συγκεντρώνονται επίσης εθνικόφρονες, ακροδεξιοί, οργανωμένα μέλη της χρυσής αυγής και άλλων φασιστικών, παρακρατικών οργανώσεων θέλοντας να εκμεταλλευτούν πολιτικά το τραγικό γεγονός. Από το απόγευμα της Τρίτης και για τρεις μέρες εξαπολύεται ρατσιστικό πογκρόμ στο κέντρο της Αθήνας, με επιθέσεις σε σπίτια και μαγαζιά μεταναστών, ανθρωποκυνηγητό και τραυματισμούς με μαχαίρια, κατσαβίδια και ρόπαλα εναντίον όσων κινούνται στην περιοχή, εισβολές σε διερχόμενα λεωφορεία και αυτοκίνητα και ξυλοδαρμούς των επιβαινόντων σε αυτά μεταναστών. Οικογένειες μεταναστών με τα μικρά τους παιδιά αναγκάστηκαν να κρυφτούν σε μαγαζιά στη Βαρβάκειο για να γλιτώσουν από τη ρατσιστική μανία των ακροδεξιών οι οποίοι έφτασαν στο σημείο να επιτεθούν ακόμη και στο συσσίτιο των αστέγων πίσω από το δημαρχείο. Παράλληλα, εκδηλώνονται απόπειρες επίθεσης από οργανωμένα φασιστοειδή και την αστυνομία στις γειτονικές καταλήψεις της Πατησίων 61 και Σκαραμαγκά και στη Villa Amalias, που αναχαιτίζονται επιτυχώς από τους συντρόφους και τις συντρόφισσες των καταλήψεων και αλληλέγγυους/ες.
Την ίδια στιγμή που οι παρακρατικοί δολοφόνοι στέλνουν δεκάδες μετανάστες/στριες σε νοσοκομεία με σοβαρά τραύματα και ο 21χρονος Μπαγκλαντεσιανός Αλίμ Αμπντούλ Μάναν μαχαιρώνεται μέχρι θανάτου στα Κάτω Πατήσια, οι κρατικοί δολοφόνοι των ΜΑΤ καταστέλλουν βίαια την απεργιακή διαδήλωση της 11ης Μάη, με αποτέλεσμα τον βαρύτατο τραυματισμό του Γιάννη Καυκά (ο οποίος νοσηλεύεται ακόμα σε σοβαρή κατάσταση στο Γενικό κρατικό Νικαίας) και δεκάδων άλλων διαδηλωτών.

Ο καπιταλισμός φέρει την εκμετάλλευση και τη βαρβαρότητα όπως το σύννεφο την καταιγίδα. Οι δεδομένες συνθήκες κρίσης και αδυναμίας των κοινωνικών/ταξικών αγώνων να ορθώσουν τα απαραίτητα αναχώματα, συνθήκες δηλαδή σαν τις σημερινές, σημαίνουν την ένταση της εκμετάλλευσης, την απαξίωση της ζωής (μέχρι το βαθμό εξόντωσης) για ολοένα μεγαλύτερα κομμάτια του πληθυσμού, την εξαθλίωση και τον θάνατο. Μιλάμε τελικά για ένα πόλεμο ενάντια στους καταπιεσμένους, και ως τέτοιος μας αφορά εξίσου όλους και όλες πέρα από εθνικά, φυλετικά ή θρησκευτικά κριτήρια είτε ζούμε στο κέντρο της Αθήνας, είτε σε οποιοδήποτε άλλο μέρος του πλανήτη.
Στο πογκρόμ που εξαπολύθηκε, στο ανηλεές κυνηγητό των μεταναστών, στην κατασκευή μιας πραγματικότητας τρόμου, η συμμετοχή της αστυνομίας υπήρξε καταλυτική. Όχι μόνο όλα έγιναν δίπλα της, αλλά ακόμη περισσότερο με την ενεργό συμμετοχή και συνηγορία της. Ο αστυνομικός στρατός κατοχής στη συγκεκριμένη περίπτωση λειτούργησε ως ασπίδα προστασίας των μαινόμενων φασιστών, εγγυήτρια δύναμη ότι οι φασίστες θα παρέμεναν απερίσπαστοι από την πιθανότητα μιας δυναμικής απάντησης εναντίον τους. Είναι ενδεικτικό ότι την Τρίτη 17 Μάη, όταν δεκάδες συντρόφισσες και σύντροφοι προσέγγισαν το σημείο της δολοφονίας για να παρέμβουν μοιράζοντας κείμενα και αφισοκολλώντας, προσήχθησαν μαζικά από δυνάμεις ΜΑΤ και ΔΙΑΣ. Συνολικά, το κράτος για 3 μέρες επέλεξε να αφήσει στην άκρη τον πολυδιαφημισμένο ρόλο του «εγγυητή της κοινωνικής ειρήνης» και τα φληναφήματα περί «δημοκρατίας» που «στέκεται ανάμεσα στα δύο άκρα». Έτσι, μετά από μια βδομάδα επαναλαμβανόμενων πογκρόμ από τους φασίστες, οι κάτοικοι των περιοχών του κέντρου νιώθουν ακόμη πιο σφιχτά τη μέγγενη του φόβου, της ανασφάλειας και της βίας στην ήδη επιβαρυμένη καθημερινή τους πραγματικότητα. Μια επιλογή που μόνο τυχαία δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί.
Τα νέα τάγματα ασφαλείας των χρυσαυγιτών και οι συνοδοιπόροι τους μετέτρεψαν τις γειτονιές του κέντρου σε πεδία κοινωνικού κανιβαλισμού. Σε αυτό άλλωστε που προτείνουν ως λύση. Η ιδεολογία του μίσους και του φόβου πραγματώνεται από γνωστούς μπράβους της νύχτας, μαχαιροβγάλτες και μαφιόζους. Ο Χρήστος Ρήγας είναι χαρακτηριστική περίπτωση: υποψήφιος περιφερειάρχης της Χρυσής Αυγής στη Δυτική Ελλάδα, καθώς και ιδιοκτήτης του καφέ “Πύλες” που αποτελεί ορμητήριο των νεοναζί τραμπούκων στην περιοχή του Αγ. Παντελεήμονα, συνελήφθη πριν ένα μήνα για διπλή δολοφονία έπειτα από συμβόλαιο θανάτου. Αυτή είναι η χρυσή αυγή. Και η μισθοδοσία του φύρερ Μιχαλολιάκου από τις μυστικές υπηρεσίες (ΚΥΠ) είναι γνωστή από τη δεκαετία του ‘80, όπως γνωστές είναι οι διασυνδέσεις του με την αστυνομία.
Τα πογκρόμ, που εξαπολύθηκαν από την ακροδεξιά και την αστυνομία, έγιναν και υπό την ανοχή και στήριξη μιας μερίδας κόσμου που είδε στο πρόσωπο των μεταναστών την πηγή όλων των δεινών της ζωής του. Η κατασκευή της εγκληματικής φιγούρας του μετανάστη είναι προϊόν μιας συστηματικής προπαγάνδας με ιστορία τουλάχιστον 20 ετών που δυστυχώς έχει οικοδομήσει ένα υπόστρωμα ρατσιστικών στερεοτύπων σε κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας. Και ενώ τα μμε έχουν παίξει καταλυτικό ρόλο στη κατασκευή αυτή, εξισώνουν τώρα τη ναζιστική βία με την κοινωνική αντιβία που εκδηλώνεται από απεργούς διαδηλωτές, αντιστεκόμενους στα σχέδια και την ιδεολογία της κυριαρχίας.
Το γεγονός του πογκρόμ από τη μία, αποτελεί προέκταση της επίσημης αντιμεταναστευτικής πολιτικής, με δολοφονίες στα ελληνικά σύνορα, εγκλεισμούς σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, επιχειρήσεις «σκούπα», εξευτελισμούς και βασανισμούς στα αστυνομικά τμήματα της επικράτειας. Από την άλλη, πρέπει να αναγνωσθεί υπό το πρίσμα της συνολικότερης όξυνσης της καταστολής, σε παραλληλία με την προώθηση του συντηρητισμού και του εκφασισμού της κοινωνίας, τη διάχυση του φόβου και της ανασφάλειας, τον «πόλεμο όλων εναντίον όλων». Ο βαρύτατος τραυματισμός του Γ. Καυκά από τα ΜΑΤ στην απεργιακή διαδήλωση της 11ης Μάη, οι φασιστικές επιθέσεις σε καταλήψεις υπό την ανοχή και τη συνέργια της αστυνομίας, η αύξηση της αστυνόμευσης (βλ. μέτρα Παπουτσή, 17 Μάη) και η αλλαγή στο πλαίσιο των διαδηλώσεων και των συναθροίσεων (σύσκεψη Καμίνη με τον συνταγματολόγο Αλιβιζάτο, 19 Μάη) συνιστούν εκφάνσεις αυτής της πολιτικής που μέσα από το φόβο, θέλει να παράξει τον κατακερματισμό, το μίσος και τον κοινωνικό κανιβαλισμό.
Ένα πογκρόμ δεν αφήνει πίσω του μόνο νεκρούς και τραυματισμένους μετανάστες, αλλά και μια παρακαταθήκη μίσους και βίας, μια κοινωνική πόλωση την οποία καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε εμείς οι ίδιοι. Γι’ αυτό το ζήτημα του εδάφους (στα μυαλά και τις γειτονιές) που με την ενεργή υποστήριξη του κράτους διεκδικούν τα τελευταία χρόνια τα ακροδεξιά καθάρματα, μας αφορά εξίσου όλους, ντόπιους και μετανάστες. Στον βαθμό που η κοινωνία επιτρέπει τον γενικευμένο κανιβαλισμό να λειτουργεί ως κοινωνική όσμωση, φιλτράροντας κάθε προοπτική συνύπαρξης και ξερνώντας μόνο μίσος, θα καλείται ξανά και ξανά να αντιμετωπίζει και να αναπαράγει μίσος και βία μεταξύ των καταπιεσμένων.
Σήμερα, στο πεδίο της κρίσης, των μνημονίων και της κοινωνικής λεηλασίας, είναι πιο επιτακτικό από ποτέ να ενισχύσουμε την κοινωνική/ταξική αλληλεγγύη, τους αδιαμεσολάβητους αγώνες, την κοινότητα των καταπιεσμένων. Για να αποτινάξουμε από τις ζωές μας το βραχνά της εξουσίας.

Αλληλεγγύη ή φόβος

 

[Το κείμενο σε μορφή .pdf]

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *